Γιατί θα νικήσουμε


Αναμφίβολα, ουδείς μπορεί να προβλέψει επαρκώς το τι πρόκειται να γίνει μετά την πανδημία του κορωνοϊού. Μπορεί να είναι μία παροδική κρίση, όπως προσωπικά εκτιμώ. Μπορεί, όμως, να έχει πιο μόνιμα, αρνητικά, χαρακτηριστικά. Σε κάθε περίπτωση, η κατάσταση αυτή εκπέμπει αρνητικά μηνύματα για την παγκόσμια Οικονομία, και μοιραία αφορά και την ελληνική Οικονομία, δεδομένου ότι παραμένει σε μία ευάλωτη κατάσταση μετά τη δεκαετή κατάρρευση που έχουμε υποστεί. 

Πέραν όμως αυτού, φαίνεται ότι τα μακροπρόθεσμα και τα μεσοπρόθεσμα δημοσιονομικά χαρακτηριστικά της ελληνικής Οικονομίας είναι σε θετική κατάσταση. Η διαρκής πτώση των τιμών του πετρελαίου σε συνδυασμό με τα ιδιαίτερα χαμηλά επιτόκια ενδυναμώνουν τη θέση της ελληνικής Οικονομίας, εφόσον οι συγκυρίες γυρίσουν ως θετικές μετά την πανδημία διεθνώς. Η Οικονομία στην Ελλάδα δείχνει να ανακάμπτει. Τα δημοσιονομικά στοιχεία είναι καλύτερα από ό,τι φοβόμασταν. Οι ρυθμοί ανάπτυξης προβλέπονται καλύτεροι για τα επόμενα χρόνια. Αλλά και η προοπτική σταθεροποίησης και ανόδου πολλών κλάδων της ελληνικής Οικονομίας, όπως η αγορά ακινήτων, η βιομηχανική παραγωγή, είναι θετική. Αυτό, όμως, που χρειάζεται είναι ισχυροί ρυθμοί ανάπτυξης, οι οποίοι θα προέλθουν μόνον εάν και εφόσον υπάρξουν μεγάλες επενδύσεις που θα φέρουν την εκτίναξη της αναπτυξιακής διαδικασίας στη χώρα μας, και σε αυτό καθοριστικό ρόλο θα παίξει το Ταμείο Ανάπτυξης. 

Στη Βουλή, ο πρωθυπουργός Κυριάκος Μητσοτάκης τόνισε ότι μέσα στο πρώτο εξάμηνο του 2021 ή το αργότερο μέχρι τέλους του έτους, η Ελλάδα μπορεί να επανέλθει στην επενδυτική βαθμίδα, η οποία είναι προϋπόθεση για να προσελκύσει ισχυρές επενδύσεις τόσο από το εξωτερικό όσο και από το εσωτερικό. Αν αυτό συμβεί, θα φέρει και τους ισχυρούς ρυθμούς ανάπτυξης που χρειάζεται η Οικονομία για να απογειωθεί. Δηλαδή, τουλάχιστον 4-5% ετησίως, εφόσον τελειώσει η πανδημία και επανέλθουμε στην κανονικότητα. 

Βεβαίως, για να συμβεί αυτό, απαιτούνται μεγάλες μεταρρυθμίσεις στο φορολογικό σύστημα, στην ταχύτητα και στην αξιοπιστία της απονομής δικαιοσύνης, στο τραπεζικό σύστημα, στην καταπολέμηση της γραφειοκρατίας και της λειτουργίας της Δημόσιας Διοίκησης κ.ο.κ. Οι αρχικές επιδόσεις της κυβέρνησης Μητσοτάκη στην κατεύθυνση αυτή είναι λίαν θετικές. Αλλά είναι προφανές ότι δεν αρκούν. Απαιτούνται ακόμα μεγαλύτερες προσπάθειες στο προσεχές μέλλον, για να καταστεί δυνατός και εφικτός ο μείζων στόχος της προσέλκυσης επενδύσεων, που είναι το κλειδί που θα ξεκλειδώσει την ουσιαστική και πραγματική ανάπτυξη της Οικονομίας. 

Οι αλλαγές, μάλιστα, πρέπει να γίνουν και σε συμβολικό επίπεδο. Είναι άμεσης προτεραιότητας η έναρξη των εργασιών στο Ελληνικό, που έχει καταστεί εμβληματικού χαρακτήρα επένδυση για τη σημερινή κυβέρνηση. Το να «μπουν οι μπουλντόζες» στο Ελληνικό, είναι μείζονος συμβολικής σημασίας για την περαιτέρω επενδυτική ενίσχυση και για τη βελτίωση της επιχειρηματικής δραστηριότητας και της ψυχολογίας της αγοράς, που είναι προφανές ότι παίζει καθοριστικό ρόλο στην Οικονομία. 

Όλες οι έρευνες της κοινής γνώμης που διεξάγονται τον τελευταίο καιρό, πιστοποιούν ότι στον τομέα της Οικονομίας η κυβέρνηση τα πάει καλά. Μπορεί, βέβαια, στην κοινή γνώμη να υπάρχουν προβληματισμοί, κυρίως λόγω της διαχείρισης της πανδημίας, αλλά και σχετικά με τη διαχείριση του μεταναστευτικού ζητήματος οι φόβοι για το πού θα καταλήξει η σχέση μας με την Τουρκία, αλλά στην Οικονομία η κυβέρνηση έχει «πάρει κεφάλι». Η πλειοψηφία είναι για τις πρώτες 200 ημέρες της θητείας της ικανοποιημένη από την κυβέρνηση και ακόμα περισσότερο από τον πρωθυπουργό Κυριάκο Μητσοτάκη. Οι πολίτες δείχνουν να εμπιστεύονται την κυβέρνηση σε ό,τι αφορά την έξοδο από την οικονομική καχεξία των τελευταίων ετών και πιστεύουν ότι θα μας οδηγήσει στην σταθερότητα και την ανάπτυξη! 

Η Οικονομία δείχνει, επί του παρόντος, ότι είναι το ισχυρό χαρτί της κυβέρνησης της Ν.Δ., παρά την πανδημία. Αυτό πιστοποιείται και από τα πραγματικά γεγονότα. Η μείωση έως εξαφανίσεως των επιτοκίων με τα οποία δανείζεται το ελληνικό Δημόσιο είναι ένα πρώτο ισχυρό δείγμα. Η επιτάχυνση του νομοθετικού έργου, σε συνδυασμό με την επιτάχυνση ή και την παράκαμψη των γραφειοκρατικών διαδικασιών, που εμποδίζουν την προσέλκυση επενδύσεων, ένα δεύτερο. 

Διότι για πρώτη φορά εδώ και πολλά χρόνια, καθίσταται σαφές ότι η νέα κυβέρνηση της Ν.Δ. και του Κυρ. Μητσοτάκη θέτει ως προτεραιότητά της τη συνολική ανάπτυξη της ελληνικής Οικονομίας μέσω της ενίσχυσης της επιχειρηματικότητας και της ιδιωτικής πρωτοβουλίας. 



Πηγή