Ήπειρος: «Πόλεμος» για το νερό, οι εταιρίες θησαυρίζουν και οι Γιαννιώτες διψούν …

Πόλεμος για το νερό ξέσπασε στα Γιάννινα τον τελευταίο καιρό, με το θέμα να επιχειρείται να υποβαθμιστεί προφανώς υπό την πίεση εταιριών που αντλούν, εμφιαλώνουν και εμπορεύονται τον υδάτινο πλούτο, επιβάλλοντας μέχρι και τροποποίηση του Εθνικού Σχεδίου Υδάτων, με τους κατοίκους του λεκανοπεδίου να λένε το νερό – νεράκι.
Είτε το θέλουν όμως είτε όχι, μέρα με τη μέρα θα προσλαμβάνει οξύτατες διαστάσεις κυρίως επειδή πρόκειται για ζήτημα που αφορά χιλιάδες πολίτες, που χρυσοπληρώνουν το νερό στη ΔΕΥΑΙ και συχνά – πυκνά διακόπτεται η παροχή του. Η δικαιολογία της δημοτικής επιχείρησης και του Συνδέσμου Υδρευσης Λεκανοπεδίου, ότι γίνεται σπατάλη του νερού από τους πολίτες που ποτίζουν τα … χωράφια, όχι μόνο δεν είναι πειστική αλλά εξοργίζει.Διότι πχ στην πόλη των Ιωαννίνων δεν υπάρχουν χωράφια για πότισμα και το πολύ – πολύ να ρίχνουν λίγο νεράκι στα λουλούδια στα μπαλκόνια ή να κάνουν ντους λόγω του καύσωνα και συχνότερα από ό,τι τον άλλο καιρό.
Οι συστάσεις λοιπόν για περιορισμό της κατανάλωσης δίνουν και παίρνουν. Κανένας όμως δεν εξηγεί πως γίνεται οι εταιρίες εμφιάλωσης των Ιωαννίνων, όχι μόνο να μην αντιμετωπίζουν κανένα πρόβλημα, αλλά να είναι σε θέση να τροφοδοτούν με νερό την Ελλάδα και να κάνουν εξαγωγές σε όλο τον κόσμο! Τη δουλειά τους κάνουν και μάλιστα μια χαρά αποκομίζοντας κέρδη εκατομμυρίων, με τη ΔΕΥΑΙ και ΣΥΔΛΙ να έχουν σίγουρους πελάτες χιλιάδες νοικοκυριά και επιχειρήσεις και να είναι «βουλιαγμένες». Αν όμως βρίσκουν άφθονο νερό οι εταιρίες, δε δικαιολογείται η στέρησή του από τους Γιαννιώτες. Δύο τινά συμβαίνουν: Η ΔΕΥΑΙ – ΣΥΔΛΙ είναι ανίκανοι να παράσχουν νερό σε ικανοποιητικές ποσότητες ή δεν περισσεύει από την υπεράντληση που κάνουν οι εταιρίες.
Να σημειώσουμε ότι τα Γιάννινα (ο πρώην Δήμος) χρειάζονται, σε προόδους αιχμής όπως η θερινή σεζόν, περί τα 30.000 κυβικά νερού ημερησίως, ποσότητα που δε θεωρείται μεγάλη, αλλά και να ήταν γεγονός είναι πως μετά υπάρχουν! Πρόβλημα πάντως εξακολουθεί να παραμένει οι διαρροές από φθαρμένα δίκτυα, η κακή διαχείριση του νερού, ενώ οι νέες γεωτρήσεις στην Αγία Μαρίνα δεν ετέθησαν σε λειτουργία, όπως και δεξαμενή στον «Αη Γιάννη». Αλλά είναι δυνατόν να μην έχουν νερό τα Γιάννινα με τόσα έργα που έγιναν στον τομέα της ύδρευσης και τα τόσα εκατομμύρια που δαπανήθηκαν;
Τι συνέβη όμως και προς τι – πέραν των παραπάνω – η ένταση; Η Διεύθυνση Υδάτων της Αποκεντρωμένης Διοίκησης Ηπείρου με την αναθεώρηση του Σχεδίου Διαχείρισης που ενέκρινε η Εθνική Επιτροπή Υδάτων, δίνει τη δυνατότητα νέων γεωτρήσεων και αύξησης της αντλούμενης ποσότητας νερού στις περιοχές Μιτσικελίου και Βελλάς! Κυρίως της λεκάνης του Μιτσικελίου, δηλαδή που ενδιαφέρει τις εταιρίες, που ήδη: Η μία εξ αυτών ζήτησε και της εγκρίθηκε αύξηση της άντλησης από 300.000 κυβικά σε 480.000 και η άλλη ζητά άντληση 250.000 κυβικών επιπλέον!!!
Άγνωστο όμως παραμένει ποιες ποσότητες αντλούν συνολικώς, πως ελέγχονται αυτές καθώς και πωλούμενες, έτσι ώστε να αποδίδονται στους Δήμους τα εκ του νόμου ποσά. Άλλωστε δεν λησμονεί κανείς ότι σχετικά πρόσφατα ο Δήμος Ιωαννιτών διέγραψε πρόστιμα 3 εκατ. περίπου στις δύο εταιρίες, ενώ στο Δήμο Πωγωνίου η κατάσταση είναι συγκεχυμένη ως προς το τι και πόσα οφείλει μια εταιρία και πόσα πληρώνει εν τέλει.
Δείτε τι συνέβη με ευθύνη της Διεύθυνσης Υδάτων της Αποκεντρωμένης Διοίκησης (προϊσταμένη η κ.Αυρηλία Μούλια) και φυσικά του Συντονιστή κ.Βασιλείου Μιχελάκη. Η Ευρωπαϊκή Ένωση από το έτος 2000, για την προστασία των υδάτων, προχώρησε σε ένα Σχέδιο Διαχείρισης, με την Ελλάδα να προχωρά μόλις το 2013 σε προσαρμογή, θέτοντας υπό προστασία και έλεγχο τις «λεκάνες» Μιτσικελίου και της περιοχής της Βελλάς. Το πρώτο Σχέδιο Διαχείρισης διαμορφώθηκε σε νόμο και δημοσιεύθηκε σε ΦΕΚ, απαγορεύοντας τις γεωτρήσεις στη «λεκάνη» Μιτσικελίου, εκτός από εκείνες που αφορούσαν την ύδρευση.


Οι εταιρίες πίεζαν, περισσότερο μία εξ αυτών,  να «ελευθερωθεί» και η περιοχή Μιτσικελίου, φτάνοντας μάλιστα στο σημείο να χρηματοδοτήσει μελέτες καθηγητών του Γεωπονικού Πανεπιστημίου, που να συνηγορούν προς αυτή την κατεύθυνση! Αυτές τις μελέτες χρησιμοποίησε η Διεύθυνση Υδάτων της Αποκεντρωμένης Διοίκησης Ηπείρου – Δυτ.Μακεδονίας, ζητώντας το 2019 από την Ειδική Γραμματεία Υδάτων την τροποποίηση του νόμου και του Σχεδίου Διαχείρισης Υδάτων της περιοχής, έτσι ώστε να μπορούν να γίνονται γεωτρήσεις και για βιομηχανική χρήση και στη «λεκάνη» του Μιτσικελίου! Δουλειά της βεβαίως ήταν να εφαρμόσει το Σχέδιο που νομοθετήθηκε κι όχι να ζητά τροποποίηση, αλλά υιοθετήθηκε η πρόταση και μάλιστα να έχει … αναδρομική ισχύ, «ενσωματούμενη» στα όσα ορίζονταν στο ΦΕΚ του 2017! Έτσι καλύφθηκαν και όσα είχαν διαπράξει εταιρίες από τότε, οπότε όλα μέλι – γάλα και άσε τους Γιαννιώτες να πληρώνουν πανάκριβα το νερό που δεν έχουν!
Πρόκειται δηλαδή για σκάνδαλο μεγατόνων που δεν μπορεί να μείνει αδιερεύνητο από την Εισαγγελική Αρχή και επιβάλλεται να κληθούν όλοι οι εμπλεκόμενοι, μαζί και οι υπάλληλοι της Διεύθυνσης Υδάτων της Αποκεντρωμένης Διοίκησης, για να αποδοθούν οι ευθύνες σε όποιους κι αν υπάρχουν.Το θέμα πάντως πήγε στη Βουλή από βουλευτές του ΚΙΝΑΛ, ενώ η Αριστερή Κίνηση Μηχανικών προέβη σε δημόσια καταγγελία του σκανδάλου, όπως και οι Νομαρχιακές Επιτροπές του ΚΚΕ και ΣΥΡΙΖΑ, με τον βουλευτή της ΝΔ κ.Σταύρο Καλογιάννη να διαφωνεί με τους χειρισμούς της Αποκεντρωμένης Διοίκησης.
Το ενδιαφέρον πάντως στοιχείο – πέραν όσων άλλων – που προκύπτει είναι ότι επιχειρηματίες επιβάλλουν τις θελήσεις τους, ως ο τόπος και τα νερά του να είναι ιδιοκτησία τους και ορισμένοι υπάλληλοι του κράτους υπακούνε, παραβιάζοντας τους νόμους.

Στην ανακοίνωση αναφέρονται τα εξής σημαντικά σημεία:

«Οι εθνικές αρχές και οι κατά τόπους διοικήσεις-διαχειριστές, ευθύνονται για την πιστή εφαρμογή των Νόμων, ώστε να εξασφαλίζουν την επίτευξη των περιβαλλοντικών στόχων. Τι γίνεται όταν οι εθνικές αρχές δηλαδή «οι φύλακες» των δασών, των νερών, της δόμησης, της ενέργειας, της άγριας ζωής, ευθύνονται για την τροποποίηση νόμων, εις τρόπον ώστε να παράγονται αποτελέσματα εις βάρος του αντικειμένου προστασίας;

Ο νόμος που αφορά στην προστασία το υπόγειου υδατικού συστήματος  Μιτσικελίου-Βελλάς, αλλά και των υπόλοιπων υδατικών συστημάτων της περιφέρειας  Ηπείρου, φέρει την ονομασία Σχέδιο Διαχείρισης Λεκανών Απορροής Ποταμών του Υδατικού Διαμερίσματος Ηπείρου (ΣΔΛΑΠ Ηπείρου) και συνίσταται σε ένα Πρόγραμμα Μέτρων, βασικών και συμπληρωματικών, που πρέπει να εφαρμοστούν σε βάθος εξαετίας, για την επίτευξη του κεντρικού στόχου του Σχεδίου που είναι η «αποτροπή της περαιτέρω επιδείνωσης, η προστασία και η βελτίωση της κατάστασης των εσωτερικών επιφανειακών, των μεταβατικών, των παράκτιων και των υπογείων υδάτων καθώς και των αμέσως εξαρτώμενων από αυτά χερσαίων οικοσυστημάτων και υγροτόπων».

Το πρώτο Σχέδιο Διαχείρισης Λεκανών Απορροής Ποταμών για την Ήπειρο εγκρίθηκε το 2013. Το 2017 εγκρίνεται με απόφαση της Εθνικής Επιτροπής Υδάτων (αρ. Ε.Γ. οικ.907/2017 ΦΕΚ 4664/Β/29-12-2017) η Πρώτη Αναθεώρηση του Σχεδίου Διαχείρισης, στην οποία περιλαμβάνεται το Μέτρο Μ05Σ0803 που έρχεται να απαντήσει στο πρόβλημα της μη επαρκούς υδροδότησης του Λεκανοπεδίου Ιωαννίνων, ιδιαίτερα τους καλοκαιρινούς μήνες και της δραματικής μείωσης της τροφοδοσίας της Παμβώτιδας από τις πηγές  που βρίσκονται στους πρόποδες του όρους Μιτσικελίου, μέσω του ελέγχου της άντλησης. 

Σύμφωνα με το μέτρο, «απαγορεύεται η εκτέλεση νέων γεωτρήσεων στο Λεκανοπέδιο Ιωαννίνων, στο υπόγειο υδατικό υποσύστημα Μιτσικελίου του συστήματος Μιτσικελίου-Βελλά, πέραν των ειδικών περιπτώσεων (ύδρευση, αντικατάσταση κλπ) που θα εξετάζονται από τη Διεύθυνση Υδάτων με την υποβολή τεκμηριωμένης υδρογεωλογικής έκθεσης.

Για την υπαγωγή άλλων περιπτώσεων στις ειδικές περιπτώσεις γνωμοδοτεί το Συμβούλιο Υδάτων της Αποκεντρωμένης Διοίκησης με βάση περιβαλλοντικά και κοινωνικοοικονομικά κριτήρια, κατόπιν υποβολής σχετικής υδρογεωλογικής μελέτης ή έκθεσης. Υπεύθυνη αρχή για τη διαχείριση των υδατικών πόρων της περιοχής, είναι η Διεύθυνση Υδάτων Ηπείρου της Αποκεντρωμένης Διοίκησης Ηπείρου-Δυτικής Μακεδονίας.

Τον Δεκέμβριο του 2019 αρχίζουν οι «βυζαντινισμοί» της Διεύθυνσης που αποκρυσταλλώνονται σε εισήγηση προς την Ειδική Γραμματεία Υδάτων υπογεγραμμένη από τον Συντονιστή της Αποκεντρωμένης Διοίκησης, για την κατάργηση της γνωμοδότησης από το Συμβούλιο υδάτων αναφορικά με την υπαγωγή άλλων περιπτώσεων ζήτησης άντλησης, στις ειδικές περιπτώσεις του Μέτρου «λόγω της δυσλειτουργίας του σχήματος» και την αποδοχή αιτημάτων αύξησης της αντλούμενης ποσότητα από το υπόγειο υδατικό υποσύστημα Μιτσικελίου βάσει προϋποθέσεων και περιοριστικών όρων, που προτείνει η Διεύθυνση Υδάτων.

Η εισήγηση γίνεται εν συνεχεία δεκτή από την Ειδική Γραμματεία Υδάτων με αποτέλεσμα να τροποποιηθεί η περιγραφή του Μέτρου στο κείμενο τεκμηρίωσης της πρώτης αναθεώρησης του Σχεδίου Διαχείρισης που δημοσιοποιήθηκε στον Ευρωπαϊκό Οργανισμό Περιβάλλοντος (24/2/2020) και στην ιστοσελίδα της Ειδικής Γραμματείας υδάτων. Μετά τη δημοσιοποίηση εταιρεία εμφιάλωσης πήρε άδεια αύξησης της αντλούμενης ποσότητας.

Οι ενέργειες της Διεύθυνσης Υδάτων και κατά συνέπεια της Αποκεντρωμένης Διοίκησης δείχνουν ότι αντιλαμβάνεται τους υδάτινους πόρους σαν ιδιοκτησία της που μπορεί να τους διαθέτει όπως εκείνη νομίζει, αγνοώντας τις αυξανόμενες ανάγκες υδροδότησης του Λεκανοπεδίου και τον εμπλουτισμό της Παμβώτιδας. Αυτό δεν μπορεί να το παραβλέψει κανείς όταν επωφελούνται του νερού οι εταιρείες εμφιάλωσης που αντιμετωπίζουν τον φυσικό πόρο σαν εμπόρευμα που πωλούν για την αύξηση των κερδών τους.

Ούτε μπορεί να αγνοήσει κανείς ότι με την επίκληση του οξυμένου προβλήματος της υδροδότησης του Λεκανοπεδίου σε συνδυασμό με την υποβάθμιση του οικοσυστήματος της Παμβώτιδας οικονομικά συμφέροντα  και πολιτικοί παράγοντες, θα επαναφέρουν εκ’ νέου το επίμαχο ζήτημα της μεταφοράς νερού από τον Αώο  όπως έγινε κατά τη διάρκεια της διαβούλευσης για το αρχικό σχέδιο διαχείρισης όταν είχε συμπεριληφθεί ως συμπληρωματικό μέτρο και λόγω των αντιδράσεων από μέτρο έγινε «προγραμματιζόμενο έργο».

Τα υδατικά αποθέματα ανήκουν στην κοινωνία και η διαχείρισή τους απαιτεί κοινωνικό έλεγχο και απόδοση ευθυνών στις αρχές που παραχωρώντας τη χρήση τους σε μικρά η μεγάλα καπιταλιστικά συμφέροντα, προκαλούν μείωση των διαθέσιμων πόρων, κοινωνική και περιβαλλοντική αδικία.»