Ανάπτυξη 2,3% για φέτος και 2% για το 2025 προβλέπει το Διεθνές Νομισματικό Ταμείο για την Ελλάδα. Πρόκειται για πρόβλεψη που είναι λίγο καλύτερη από αυτή που προβλέπεται στον προϋπολογισμό της κυβέρνησης για το 2024 (2,2%) και χειρότερη από το 2,3% που προβλέπει η Αθήνα για το επόμενο έτος.
Το ΔΝΤ κάνει λόγο για πληθωρισμό 2,9% φέτος και 2,1% το 2025, από 2,7% και 2,1% που προβλέπει ο προϋπολογισμός αντίστοιχα. Για την ανεργία στην Ελλάδα το Ταμείο προβλέπει ότι το ποσοστό φέτος θα φτάσει το 10,5% και για το 2025 το 10,1%, ποσοστά υψηλότερα από το 10,3% και 9,7% που βλέπει η κυβέρνηση. Το έλλειμμα στο ισοζύγιο τρεχουσών συναλλαγών προσδιορίζεται από το ΔΝΤ σε 6,5% φέτος και σε 5,3% το 2025.
Goldman Sachs: Έρχεται νέος γύρος αναβαθμίσεων για την Ελλάδα – Καλύτερες οι επιδόσεις του χρέους
Συνολικά, στην έκθεσή του για τις Παγκόσμιες Οικονομικές Προοπτικές (World Economic Outlook) που μόλις δόθηκαν στη δημοσιότητα, το Ταμείο προβλέπει σταθερή ανάπτυξη 3,2% για την παγκόσμια οικονομία φέτος και για του χρόνου, χτυπώντας ωστόσο καμπανάκι για την οικονομική δραστηριότητα ειδικά σε μεγάλες χώρες της ευρωζώνης.
Για τη Γερμανία προβλέπεται μηδενική ανάπτυξη φέτος και ανάπτυξη μόλις 0,8% το 2025, προβλέψεις πάντως καλύτερες από αυτές του Βερολίνου που κάνει λόγο για ύφεση το 2024. Για τη Γαλλία προβλέπεται ανάπτυξη 1,1% για κάθε ένα από τα δύο χρόνια και για την Ιταλία 0,7% και 0,8% για φέτος και του χρόνου αντίστοιχα. Για όλη την Ευρωζώνη η ανάπτυξη προβλέπεται σε 0,8% για το 2024 και το 1,2% για το 2025, τη στιγμή που τα αντίστοιχα ποσοστά σε ΗΠΑ θα είναι 2,8% και 2,2% αντίστοιχα και για Κίνα 4,8% και 4,5%.
Γήρανση και χαμηλή παραγωγικότητα
Οι αναθεωρήσεις προς τα πάνω στις προβλέψεις για ανάπτυξη στις ΗΠΑ αντισταθμίζονται από αναθεωρήσεις προς τα κάτω στις προβλέψεις για την οικονομική δραστηριότητα στις μεγαλύτερες οικονομίες της ευρωζώνης, προειδοποιεί το Ταμείο.
Ειδική αναφορά γίνεται στη γήρανση του πληθυσμού και στη χαμηλή παραγωγικότητα, παράγοντες που φρενάρουν την ανάπτυξη σε πολλές οικονομίες, όπως αναφέρεται.
Οι μεγάλοι κίνδυνοι
Το ΔΝΤ βλέπει ως μεγάλους κινδύνους τα υψηλά χρέη των χωρών, πιθανές νέες αναταραχές στις αγορές που μπορεί να πλήξουν την ικανότητα χρηματοδότησης για κυβερνήσεις, νοικοκυριά και επιχειρήσεις, τις μεγάλες γεωπολιτικές εντάσεις, τον πληθωρισμό, την πρόκληση της αγοράς ακινήτων στην Κίνα και τις πολιτικές προστατευτισμού στο εμπόριο. Επίσης κάνει λόγο για κίνδυνο κοινωνικών αναταραχών που μπορεί να οδηγήσουν στη μη εφαρμογή δομικών μεταρρυθμίσεων.
Οι κίνδυνοι για τις παγκόσμιες προοπτικές παραμένουν λόγο αβεβαιοτήτων στη χάραξη πολιτικής, αναφέρεται στην έκθεση. Ξαφνικές σημαντικές αναταραχές στις χρηματοπιστωτικές αγορές, σαν αυτές που εκδηλώθηκαν στις αρχές Αυγούστου, θα μπορούσαν να προκαλέσουν προβλήματα στις χρηματοοικονομικές συνθήκες και να επιβαρύνουν τις επενδύσεις και την ανάπτυξη, ειδικά σε αναπτυσσόμενες οικονομίες στις οποίες «μεγάλες βραχυπρόθεσμες ανάγκες εξωτερικής χρηματοδότησης μπορεί να προκαλέσουν εκροές κεφαλαίων και δυσχέρειες», προειδοποιεί το Ταμείο.
Περαιτέρω προκλήσεις στη διαδικασία μείωσης του πληθωρισμού, που ενδεχομένως να προκληθούν από νέες εκρήξεις στις τιμές εμπορευμάτων, ενέργειας και πρώτων υλών εν μέσω επίμονων γεωπολιτικών εντάσεων, θα μπορούσαν να εμποδίσουν τις κεντρικές τράπεζες να χαλαρώσουν τη νομισματική πολιτική, γεγονός που θα δημιουργούσε σημαντικές προκλήσεις στη δημοσιονομική πολιτική και τη χρηματοπιστωτική σταθερότητα, σημειώνεται ακόμη.
Η βαθύτερη ή μεγαλύτερη από την αναμενόμενη συρρίκνωση στον τομέα των ακινήτων της Κίνας, ειδικά εάν οδηγεί σε χρηματοπιστωτική αστάθεια, θα μπορούσε να αποδυναμώσει το καταναλωτικό κλίμα και να δημιουργήσει αρνητικές παγκόσμιες επιπτώσεις, δεδομένου του μεγάλου αποτυπώματος της Κίνας στο παγκόσμιο εμπόριο.
Επιπλέον μια ενίσχυση των πολιτικών προστατευτισμού θα επιδείνωνε τις εμπορικές εντάσεις, θα μείωνε την αποτελεσματικότητα της αγοράς και θα διατάρασσε περαιτέρω τις αλυσίδες εφοδιασμού.
Οι αυξανόμενες κοινωνικές εντάσεις θα μπορούσαν να προκαλέσουν κοινωνική αναταραχή, βλάπτοντας την εμπιστοσύνη των καταναλωτών και των επενδυτών και ενδεχομένως καθυστερώντας την ψήφιση και την εφαρμογή των απαραίτητων διαρθρωτικών μεταρρυθμίσεων, προστίθεται στην έκθεση.