Στα εγκαίνια του «Σπιτιού του Ελύτη» στην Πλάκα έδωσε το παρών, το βράδυ της Παρασκευής (1/11) ο πρωθυπουργός, Κυριάκος Μητσοτάκης, ο οποίος το χαρακτήρισε επένδυση στον σύγχρονο πολιτισμό.
Όπως είπε ο πρωθυπουργός, το νέο μουσείο γρήγορα θα καθιερωθεί όχι μόνο ως ένα κέντρο μνήμης και οφειλόμενης τιμής προς τον Ελύτη, αλλά και ως ένα δυναμικό, «ανοιχτό» ίδρυμα.
Ο κ. Μητσοτάκης έκανε μάλιστα λόγο για έναν νέο πνευματικό «πνεύμονα» της πρωτεύουσας, εκεί όπου η ποίηση και ο πολιτισμός και θα αναπνέουν αλλά και θα εμπνέουν.
Στα εγκαίνια έδωσε το παρών και ο πρώην πρωθυπουργός, ο κ. Αντώνης Σαμαράς, συνοδευόμενος από τη σύζυγό του.
Ο χαιρετισμός του Πρωθυπουργού:
Κύριε Πρόεδρε, κυρία Υπουργέ, κύριε Δήμαρχε, αγαπητή κυρία Ηλιοπούλου,
Ο Οδυσσέας Ελύτης έγραψε κάποτε για «τον κόσμο τον μικρό, τον μέγα». Και σήμερα, μια μέρα πριν κλείσουν 113 χρόνια από τη γέννησή του, δίνουμε μια νέα πνοή στον κόσμο αυτόν. Όπως είπε και η κα Υπουργός, εγκαινιάζουμε το μουσείο με το όνομά του, το «Σπίτι του Οδυσσέα Ελύτη», δημιουργώντας ουσιαστικά μια κιβωτό του έργου του και μαζί μια ζωντανή κοιτίδα της νεοελληνικής ποίησης και σκέψης.
Έτσι, αυτό το υποδειγματικά ανακαινισμένο κτήριο στην καρδιά της Αθήνας, όπου η ελληνικότητα συναντά τη νεωτερικότητα, γίνεται ένα ακόμα σημαντικό ορόσημο στη μακραίωνη πολιτιστική διαδρομή της χώρας. Ένα κτίσμα αντάξιο της αποστολής του και συμβατό με την αισθητική της. Το μαρτυρούν η λιτότητα και το άπλετο φως που το περιβάλλει.
Στις αίθουσες του μουσείου οι επισκέπτες θα μπορούν στο εξής να εξερευνούν την εργογραφία του ποιητή, με τις αρχικές εκδόσεις και των 52 βιβλίων του, που εκτίθενται μαζί για πρώτη φορά. Εδώ επίσης φιλοξενούνται σπάνια οπτικά και ηχητικά τεκμήρια της ζωής του, όπως και το βασικό αρχείο του, ανοικτό πια στον θαυμασμό όλων μας.
Στον ίδιο χώρο, όμως, όπως ειπώθηκε και πριν -και ανυπομονώ να τον δω-, ξαναζεί και το περιβάλλον της δημιουργικής, αλλά και εξαιρετικά απλής καθημερινότητας του Ελύτη: το γραφείο του, που τον συντρόφευε στο σπίτι της οδού Σκουφά, το ίδιο και τα τόσο σημαντικά γι’ αυτόν προσωπικά του αντικείμενα. Με το κάθε ένα από αυτά να αφηγείται τη δική του ιστορία για τον ποιητή, που έζησε με εγκράτεια αλλά έγραψε με πάθος. Ο ίδιος, βεβαίως, πίστευε ότι «δεν αρκεί να έχεις τσιμέντο και σίδερο για να μας πεις πως έχεις και σπίτι».
Το σημερινό γεγονός, ωστόσο, ήταν ένα ιστορικό χρέος της πολιτείας, πολύ περισσότερο καθώς αυτό το νεοκλασικό δηλώνει -και θα δηλώνει πολύ περισσότερα- από ένα απλό κτίσμα. Αποτελεί, ωστόσο, και μία τρανή απόδειξη ότι προτεραιότητά μας είναι η επένδυση στον σύγχρονο ελληνικό πολιτισμό, εντάσσοντας, μεταξύ άλλων, εμβληματικά κτήρια της πρωτεύουσας στην καθημερινή ζωή των Αθηναίων. Κτήρια τα οποία αποκτούν έναν καινούργιο ρόλο, μια καινούργια ζωή. Άλλωστε, την ίδια κατεύθυνση υπηρετεί και η αποκατάσταση της οικείας Παλαμά, η οποία και αυτή προχωρεί με γρήγορους ρυθμούς.
Κυρίες και κύριοι, παραλαμβάνοντας το Νόμπελ Λογοτεχνίας ο Ελύτης περιέγραφε την Ελλάδα ως «μία χώρα μικρή σε έκταση χώρου και απέραντη σε έκταση χρόνου». Αυτή την αντίληψη πιστεύω ότι ενσαρκώνει και ο χώρος στον οποίο σήμερα βρισκόμαστε, ακτινοβολώντας πλέον το περιεχόμενό του πολύ πέραν του περιορισμένου «εδώ» και του εφήμερου «τώρα». Αξίζουν, συνεπώς, συγχαρητήρια στο Υπουργείο Πολιτισμού και σε όσους εργάστηκαν για να γίνει πράξη αυτό το όραμα, και βέβαια στους πολλούς δωρητές οι οποίοι υποστήριξαν αυτό το εγχείρημα. Όμως, ευγνωμοσύνη πρωτίστως οφείλουμε στην Ιουλίτα Ηλιοπούλου και στην «ΑΕΡΤΟΝ», για την ευλαβική τους αφοσίωση στη διατήρηση, αλλά και αξιοποίηση αυτού του ανεκτίμητου αρχείου του ποιητή μας.
Και είμαι πολύ βέβαιος ότι αυτό το νέο μουσείο γρήγορα θα καθιερωθεί όχι μόνο ως ένα κέντρο μνήμης και οφειλόμενης τιμής προς τον Ελύτη, αλλά και ως ένα δυναμικό, «ανοιχτό» ίδρυμα, το οποίο ειδικά οι νέοι θα ανιχνεύουν στο έργο του, κάτι που και εκείνος επιθυμούσε, πώς να γίνονται, δηλαδή, οι ίδιοι «αρχιτέκτονες του κόσμου», όπως είχε πει.
Στις μέρες μας, μάλιστα, τα λόγια του αποκτούν και μία νέα διάσταση, αρκεί να θυμηθούμε το κάλεσμά του στους δημιουργούς «να οδηγούν την τεχνική τελειότητα στη φυσική της κατάσταση» ή την άποψη που μοιραζόταν με τους γύρω του πως «είναι ό,τι πιο δύσκολο και ό,τι πιο “ελληνικό” να αξιοποιείς το ελάχιστο για να αποσπάς τα μέγιστα».
Καλή αρχή, λοιπόν, στον νέο αυτόν πνευματικό «πνεύμονα» της πρωτεύουσας, εδώ που η ποίηση και ο πολιτισμός μας και θα αναπνέουν αλλά και θα εμπνέουν. Έναν τόπο συνάντησης μελετητών αλλά και όσων ακόμα εξακολουθούν να γοητεύονται από την τέχνη του λόγου. Μια γέφυρα ανάμεσα στο σήμερα και στο χθες, όπου ουσιαστικά θα ιχνογραφείται το αύριο.