Παρεμφερή προβλήματα αντιμετωπίζουν ο Γερμανός καγκελάριος Σολτς και ο Γάλλος πρωθυπουργός Μπαρνιέ. Θέλουν να υλοποιήσουν συγκεκριμένους στόχους, αλλά τους λείπουν τα χρήματα αναφέρει σε δημοσιευμά της η Deutsche Welle.
«Την περασμένη Τρίτη η Γαλλική Εθνοσυνέλευση απέρριψε με τις ψήφους των κυβερνητικών (!) βουλευτών, αλλά και εκείνων της ακροδεξιάς «Εθνικής Συσπείρωσης» το σχέδιο προϋπολογισμού για το 2025, το οποίο είχε τροποποιηθεί με πρωτοβουλία της αριστερής αντιπολίτευσης, προβλέποντας σημαντικές αυξήσεις φόρων: φόρο περιουσίας για τους δισεκατομμυριούχους, φόρο στα υπερκέρδη των μεγάλων επιχειρηματικών ομίλων, υψηλότερους φόρους σε επιχειρήσεις ψηφιακής τεχνολογίας.
Παρά ταύτα, ο Γάλλος πρωθυπουργός Μπαρνιέ μπορεί ακόμη να ελπίζει στην έγκαιρη υιοθέτηση του προϋπολογισμού. Αντιθέτως, για τον Γερμανό καγκελάριο Όλαφ Σολτς είναι πλέον σαφές ότι η χώρα του μπαίνει στο 2025 χωρίς τακτικό προϋπολογισμό. Στην καλύτερη περίπτωση – και μόνο εάν εξασφαλιστεί η στήριξη της χριστιανοδημοκρατικής αντιπολίτευσης – η Ομοσπονδιακή Βουλή θα εγκρίνει έναν συμπληρωματικό προϋπολογισμό για το 2024 πριν τη διάλυσή της και την προκήρυξη πρόωρων εκλογών.
Ο προϋπολογισμός αυτός κρίνεται απολύτως απαραίτητος, καθώς η κυβέρνηση Σολτς βρίσκεται αντιμέτωπη με πρόσθετες νέες δαπάνες ύψους 3,7 δισεκατομμυρίων ευρώ για την καταβολή κοινωνικών επιδομάτων και άλλων 10 δις ευρώ για τις ανανεώσιμες πηγές ενέργειας. Αν δεν βρεθούν αυτά τα χρήματα, μόνη εναλλακτική λύση θα είναι ένα προσωρινό και οριζόντιο «πάγωμα» των κρατικών δαπανών.
«Ασθενής» Ευρώπη απέναντι στις ΗΠΑ
Όταν ο Ντόναλντ Τραμπ θα αναλαμβάνει επισήμως τα καθήκοντά του στον Λευκό Οίκο, στις 20 Ιανουαρίου, η Βουλή στη Γερμανία θα έχει διαλυθεί και η χώρα θα προετοιμάζεται για εκλογές, οι οποίες θα διεξαχθούν μάλλον στις 23 Φεβρουαρίου. Οι μετεκλογικές ζυμώσεις για τον σχηματισμό της νέας κυβέρνησης συνασπισμού απαιτούν και αυτές κάποιον χρόνο. Η νέα κυβέρνηση δύσκολα θα αναλάβει καθήκοντα πριν την άνοιξη.
Στις Βρυξέλλες η αναμονή αυτή προκαλεί προβληματισμό. Ίσως όμως και κάποια ανακούφιση, καθώς τα τελευταία χρόνια η τρικομματική «συγκυβέρνηση» του Βερολίνου ήταν ένας δύσκολος εταίρος για την ΕΕ. Με το αποκαλούμενο «German Vote», δηλαδή επιλέγοντας την αποχή σε κρίσιμες ψηφοφορίες, η κυβέρνηση Σολτς είχε αποφύγει να πάρει θέση σε δύσκολες αποφάσεις και να προωθήσει σημαντικά νομοθετήματα σε ευρωπαϊκό επίπεδο, όπως η οδηγία για την ασφάλεια των αλυσίδων ανεφοδιασμού και ο κανονισμός για τη μείωση ρύπων των βαρέων επαγγελματικών οχημάτων.
Πολιτική αστάθεια και οικονομικά προβλήματα απειλούν όμως και τη Γαλλία. Μετά την ήττα της προεδρικής πλειοψηφίας («Αναγέννηση») στις πρόωρες βουλευτικές εκλογές, ο πρόεδρος Εμμανουέλ Μακρόν επέλεξε νέο πρωθυπουργό από τις τάξεις του συντηρητικού κόμματος των Ρεπουμπλικανών. Ωστόσο, «Αναγέννηση» και Ρεπουμπλικανοί εξακολουθούν μέχρι σήμερα να μην έχουν επαρκή κοινοβουλευτική πλειοψηφία για να στηρίξουν στην Εθνοσυνέλευση τον 73χρονο Μισέλ Μπαρνιέ. Δεν διαθέτουν καν ένα κοινό κυβερνητικό πρόγραμμα μετά από δύο μήνες στην εξουσία.
Συνταγματικοί ελιγμοί και μαζικές περικοπές
Όσον αφορά τον προϋπολογισμό του 2025 πάντως, οι τακτικοί ελιγμοί μάλλον ευνοούν τον Μπαρνιέ. Διότι, από τη στιγμή που η Εθνοσυνέλευση καταψήφισε το τροποποιημένο σχέδιο που έφερε τη σφραγίδα της Αριστεράς, επανέρχεται προς συζήτηση το αρχικό σχέδιο που φέρει την υπογραφή του ιδίου και προβλέπει περικοπές 60 δισεκατομμυρίων ευρώ για το 2025. Η πολιτική λιτότητας κρίνεται απαραίτητη, καθώς στη Γαλλία το έλλειμμα του κρατικού προϋπολογισμού έχει ξεπεράσει το 6% του Ακαθάριστου Εθνικού Προϊόντος (ΑΕΠ) και το δημόσιο χρέος έχει υπερβεί το 113%. Η Ευρωπαϊκή Επιτροπή έχει κινήσει «διαδικασία υπερβολικού ελλείμματος» εναντίον της Γαλλίας, ενώ η χώρα βρίσκεται πλέον στο «στόχαστρο» των οίκων αξιολόγησης.
Τις ημέρες που η γερμανική Βουλή θα καλείται να (μην) δώσει ψήφο εμπιστοσύνης στον Όλαφ Σολτς, κρίνεται και το μέλλον της γαλλικής κυβέρνησης. Δεν αποκλείεται βέβαια ο Μπαρνιέ να επικαλεστεί συγκεκριμένη ρήτρα του Συντάγματος, που θα του επιτρέψει να περάσει τον προϋπολογισμό χωρίς πλειοψηφία στην Εθνοσυνέλευση. Σε αυτή την περίπτωση όμως, η αντιπολίτευση θα έχει το δικαίωμα να καταθέσει πρόταση μομφής, η οποία, αν εγκριθεί, θα οδηγήσει στην κατάρρευση της σημερινής κυβέρνησης.
Το αποτέλεσμα θα είναι η πολιτική παράλυση στις δύο μεγαλύτερες οικονομίες της ευρωζώνης, με ό,τι αυτό συνεπάγεται. Ένας προσωρινός ή συμπληρωματικός προϋπολογισμός ίσως εξασφαλίζει τα στοιχειώδη, όπως την πληρωμή μισθών και συντάξεων, αλλά δεν θα επιτρέπει την έγκριση και χρηματοδότηση αναπτυξιακών δαπανών. Σολτς και Μπαρνιέ θα έχουν πολλά να πουν στην πρώτη ιδιαίτερη συνάντησή τους, την επόμενη εβδομάδα στο Βερολίνο. Υποτίθεται ότι θα είναι μία συνάντηση γνωριμίας. Δεν αποκλείεται όμως να εξελιχθεί σε μία συνάντηση αποχαιρετισμού.»