Σύμφωνα με τον Παγκόσμιο Οργανισμό Υγείας, παχυσαρκία ορίζεται η παθολογικά αυξημένη εναπόθεση λίπους στο ανθρώπινο σώμα, η οποία συνοδεύεται από σημαντική αύξηση του σωματικού βάρους
Γράφει ο Δρ. Ιωάννης Ντούπης
Αφορά μια χρόνια και ιδιαίτερα σύνθετη ασθένεια η οποία είναι άρρηκτα συνδεδεμένη με τον σύγχρονο τρόπο ζωής και διατροφής, και εμφανίζει πολλαπλές σωματικές και ψυχολογικές επιπτώσεις καθώς αυξάνει τον κίνδυνο εμφάνισης σακχαρώδους διαβήτη τύπου 2, αρτηριακής υπέρτασης, στεφανιαίας νόσου, χολολιθίασης, οστεοαρθρίτιδας, κατάθλιψης, ενώ ενοχοποιείται επιπλέον για την εμφάνιση αρκετών μορφών καρκίνου.
Η διάγνωση της παχυσαρκίας βασίζεται σε συγκεκριμένα εργαλεία και δείκτες που αξιολογούν την περίσσεια λίπους στο σώμα. Το εργαλείο που χρησιμοποιείται συχνότερα είναι ο Δείκτης Μάζας Σώματος (ΔΜΣ). Ο ΔΜΣ υπολογίζεται ως το σωματικό βάρος του ατόμου σε χιλιόγραμμα, διαιρούμενο με το τετράγωνο του ύψους του σε μέτρα. Η ταξινόμηση της παχυσαρκίας από τον Παγκόσμιο Οργανισμό Υγείας με βάση το ΔΜΣ έχει ως ακολούθως:
- ΔΜΣ
- 18.1
- 25
- 30 ου βαθμού Παχυσαρκία
- 35 ου βαθμού Παχυσαρκία
- ΔΜΣ ≥ 40 3ου βαθμού Παχυσαρκία ή Νοσογόνος παχυσαρκία
Ένας άλλος δημοφιλής δείκτης για τη διάγνωση της παχυσαρκίας, είναι η μέτρηση της περιφέρειας μέσης, η οποία δίνει μια ένδειξη της συγκέντρωσης του λίπους στην κοιλιακή χώρα. Η αυξημένη περιφέρεια μέσης (>102 εκ. για τους άνδρες και >88 εκ. για τις γυναίκες) συνδέεται με αυξημένο κίνδυνο καρδιαγγειακών νοσημάτων, διαβήτη τύπου 2 και άλλων παθήσεων.
Η θεραπεία της παχυσαρκίας είναι μια πολυδιάστατη και μακροπρόθεσμη διαδικασία που στοχεύει στη μείωση του σωματικού βάρους και στη βελτίωση της συνολικής υγείας. Η επιλογή της θεραπευτικής προσέγγισης εξαρτάται από τον βαθμό της παχυσαρκίας, την ύπαρξη συννοσηροτήτων και την ψυχολογική κατάσταση του ατόμου.
Η διατροφή αποτελεί τον βασικό πυλώνα για την αντιμετώπιση της παχυσαρκίας. Η ελάττωση των προσλαμβανόμενων θερμίδων δια μέσου ενός ισορροπημένου και εξατομικευμένου διατροφικού προγράμματος μπορεί να οδηγήσει σε μια σταθερή και μακροχρόνια απώλεια βάρους. Επιπλέον, ιδιαίτερα σημαντική για την επίτευξη και διατήρηση ενός υγιούς σωματικού βάρους είναι η συστηματική σωματική δραστηριότητα. Συνιστώνται τουλάχιστον 150 λεπτά μέτριας έντασης αερόβιας άσκησης την εβδομάδα σε συνδυασμό με ασκήσεις μυικής ενδυνάμωσης.
Σε περίπτωση που η προσπάθεια του συνδυασμού δίαιτας – άσκησης δεν αποδώσει, υπάρχει η δυνατότητα χορήγησης κατάλληλης, εγκεκριμένης για την θεραπεία της παχυσαρκίας, φαρμακευτικής αγωγής. Τα φάρμακα κατά της παχυσαρκίας, όπως η ορλιστάτη, ο συνδυασμός ναλτρεξόνης μπουπροπιόνης, η λιραγλουτίδη, η σεμαγλουτίδη ή η τιρζεπατίδη, θα πρέπει να χορηγούνται υπό στενή ιατρική παρακολούθηση με στόχο τη μείωση του σωματικού βάρους και τη βελτίωση των σχετικών συν-νοσηροτήτων, όπως ο σακχαρώδης διαβήτης η υπερλιπιδαιμία και η υπέρταση. Η φαρμακευτική αγωγή για την παχυσαρκία μπορεί να αποβεί ιδιαίτερα αποτελεσματική, θα πρέπει ωστόσο να συνδυάζεται με δίαιτα και άσκηση ώστε να επιτυγχάνεται το βέλτιστο αποτέλεσμα.
Σε σοβαρού βαθμού παχυσαρκία (ΔΜΣ πάνω από 40 ή πάνω από 35 με συνοδά νοσήματα) και εφόσον έχουν αποτύχει όλες οι άλλες μέθοδοι απώλειας βάρους, θα μπορούσε να εξεταστεί η πιθανότητα εφαρμογής βαριατρικού χειρουργείου. Οι πιο κοινές επεμβάσεις περιλαμβάνουν τη γαστρική παράκαμψη, το γαστρικό μανίκι και το γαστρικό δακτύλιο, η εφαρμογή των οποίων έχει ως αποτέλεσμα τον περιορισμό της προσλαμβανόμενης ποσότητας τροφής, τροποποιώντας παράλληλα τη διαδικασία πέψης. Αυτές οι επεμβάσεις όταν εφαρμόζονται από εξειδικευμένες χειρουργικές ομάδες, έχουν αποδειχθεί ιδιαίτερα αποτελεσματικές τόσο στην απώλεια βάρους όσο και στην υποχώρηση μεταβολικών νοσημάτων.
Τέλος, θα πρέπει να τονιστεί ότι όλες οι ανωτέρω παρεμβάσεις για την απώλεια βάρους θα πρέπει απαραίτητα να συνοδεύονται από εξειδικευμένη ψυχολογική υποστήριξη του ασθενούς, καθώς παράγοντες, όπως το στρες, η κατάθλιψη και η συναισθηματική κατανάλωση τροφής, επηρεάζουν σημαντικά την εξέλιξη της παχυσαρκίας.