Στο φαινόμενο του υπερτουρισμού αλλά και της εξάρτησης των τουριστών από τα κινητά τους, μιας και ό,τι βλέπουν δεν έχει αξία εάν δεν το ποστάρουν στα social media, αναφέρεται ανάλυση της ελληνικής σύνταξης της Deutshe Welle, με ιδιαίτερη αναφορά στη Ρώμη.
Στην περίφημη Φοντάνα ντι Τρέβι, το ξακουστό σιντριβάνι στην καρδιά της Ρώμης, οι τουρίστες πετούν νομίσματα με γυρισμένη την πλάτη. Είναι ένα καλό πρόσθετο έσοδο για τον δήμο της πόλης. Η φήμη λέει ότι όποιος το κάνει, θα επιστρέψει κάποια στιγμή πάλι εδώ, στην καρδιά της «αιώνιας πόλης». Κάποιοι δεν φαίνεται να το έχουν απαραιτήτως στο πρόγραμμα, από τη στιγμή που έβγαλαν την πολυπόθητη selfie, που αποδεικνύει ότι ήταν και αυτοί εδώ.
Η Ρώμη, όπως και πολλές άλλες ιστορικές πόλεις της Ιταλίας και της Ευρώπης, υποφέρει εδώ και μερικά χρόνια από τον υπερτουρισμό.
Και από τους «μανιακούς των selfies», που δεν ενδιαφέρονται να γνωρίσουν πραγματικά την πόλη και την ιστορία της, όπως λίγο εκνευρισμένος υπονοεί ο ξεναγός Μαξίμ Τσέρνις:
«Είναι κουλ να βγάλεις selfie δίπλα στο σιντριβάνι. Υπέροχο μέρος, φοβερό για το Instagram, αλλά δεν υπάρχει μόνο αυτή η Ρώμη. Η γεμάτη πλατεία, οι γεμάτοι δρόμοι». Αλλά ποιος έχει τον χρόνο να ανακαλύψει την «άλλη Ρώμη», όταν οι φωτογραφικές υποχρεώσεις είναι πολύ συγκεκριμένες και πιέζουν; Είναι και το Κολοσσαίο που περιμένει…
Υπάρχει μόνο ό,τι ποστάρεις
Είναι ένας αγώνας δρόμου να προλάβεις να ανεβάσεις φωτογραφίες, για να σε δουν. Ακόμα και αν αυτό που θέλεις να δείξεις υπάρχει μόνο μέσα στο μυαλό σου. Γιατί πώς να νοιώσεις τη γραφικότητα και το άρωμα της πόλης περικυκλωμένος από χιλιάδες άλλους, που κάνουν το ίδιο selfie δρομολόγιο με σένα; Έτσι, με την εισβολή τους οι τουρίστες απλώς καταστρέφουν αυτό που υποτίθεται ότι ήρθαν να απαθανατίσουν.
Η περίπτωση του Τραστέβερε, της παλιάς λαϊκής γειτονιάς με τα στενά πλακόστρωτα δρομάκια στο κέντρο της πόλης, είναι χαρακτηριστική.
Ο παραδοσιακός χαρακτήρας της χάθηκε ανάμεσα σε μπαρ και Airbnb. Η γειτονιά παραμένει βέβαια δημοφιλής, αλλά σε καμιά περίπτωση δεν είναι αυτό που μπορεί να ονειρεύτηκαν όσοι ρομαντικοί ακόμα συνδυάζουν το ταξίδι με την περιήγηση.
Ο Αλεσάντρο Φουλτσινέλι είναι ιδιοκτήτης μπαρ και από τους παλιούς κατοίκους της γειτονιάς, που δεν υπάρχει πια: «Στη δεκαετία του ΄90 το Τραστέβερε έγινε πολύ δημοφιλές για singles, καλλιτέχνες, νέους ανθρώπους. Τώρα έχει αλλάξει πολύ. Πολλά ενοικιαζόμενα δωμάτια. Έγινε πολύ τουριστικό».
Τα ισπανικά σκαλιά της… ορθοστασίας
Ένα άλλο πολυφωτογραφημένο σημείο μιας από τις πιο πολυφωτογραφημένες πόλεις της Ευρώπης, όπου επικρατεί το αδιαχώρητο, είναι τα περίφημα Ισπανικά Σκαλιά, που συνδέουν την Πιάτσα ντι Σπάνια με τη γαλλική εκκλησία Τρινιτά ντέι Μόντι, από όπου η θέα της πόλης είναι πραγματικά απεριόριστα μαγευτική. Ήταν πάντα ένα από τα πιο αγαπημένα σημεία για τους τουρίστες, αλλά στην εποχή των selfies το κακό παράγινε.
Η δημοτική αστυνομία απαγορεύει πλέον στους εκατοντάδες τουρίστες, που φτάνουν εκεί κατά τη διάρκεια της ημέρας, να κάθονται στα σκαλιά και να ρεμβάζουν. Κάτι που ευτυχώς κατανοούν οι επισκέπτες.
«Νομίζω ότι είναι σωστό με τόση πολυκοσμία. Δε μπορούσες να ανέβεις τα σκαλιά με τόσο κόσμο καθισμένο παντού. Kαλώς έκαναν» λένε δύο επισκέπτες από το εξωτερικό. Οι ίδιοι οι Ρωμαίοι μάλλον αποφεύγουν να περνούν από το συγκεκριμένο σημείο. Προς το παρόν δείχνουν ψυχραιμότεροι από τους κατοίκους άλλων ευρωπαϊκών πόλεων, που οργίζονται με το σύγχρονο αυτό φαινόμενο.
Οι τουρίστες, ειδικά νεότερης ηλικίας, δεν δείχνουν να ενοχλούνται. Και προτιμούν να έρθουν τη νύχτα, αναζητώντας τη στιγμή που θα μπορέσουν να χωρέσουν τον εαυτό τους σε μια φωτογραφία που θα κρύβει όλους τους άλλους γύρω τους. «Είναι πολύ εντυπωσιακό.
Είναι πραγματικά μνημειώδες. Είναι ωραία εικόνα την ημέρα, αλλά τώρα με τα φώτα είναι ακόμα πιο όμορφη. Μα κοιτάξτε τη…» λέει ενθουσιασμένος ο τουρίστας, για να ψάξει μετά στον χάρτη στο κινητό του το επόμενο hot spot για την επόμενη selfie.