Το επόμενο βήμα για την επέκτασή της στην Ελλάδα κάνει τις τελευταίες ημέρες η JP Morgan, καθώς όπως ανακοίνωσε και η ίδια, εξασφάλισε και ετοίμασε το νέο «στρατηγείο» της στην Αθήνα, το οποίο δεν θα περιοριστεί μόνο στο Κέντρο Καινοτομίας Πληρωμών (Payments Innovation Lab), αλλά θα ενισχύσει τα τμήματα Εμπορικής & Επενδυτικής Τραπεζικής και Διαχείρισης Περιουσιακών Στοιχείων.
JP Morgan: Ανοίγει νέα γραφεία στην Αθήνα
Σε μία δύσκολη περίοδο που έχει στιγματιστεί με τις εξελίξεις στο μέτωπο της Viva Wallet, η JP Morgan ενισχύει τη «βάση» της Αθήνας, με τις δραστηριότητες της επενδυτικής τραπεζικής.
Σύμφωνα μάλιστα με πληροφορίες, στους σχεδιασμούς της τοπικής ομάδας είναι η επέκταση του investment banking στην ευρύτερη περιοχή και πέραν των ελληνικών συνόρων, ενώ αξιοποιείται το εξειδικευμένο προσωπικό που ήδη υπάρχει στη χώρα.
Ο σχεδιασμός της JP Morgan
Και εκτός του investment banking, το Payments Innovation Lab θα παρέχει έρευνα και ανάπτυξη για τα παγκόσμια συστήματα πληρωμών της τράπεζας, συμπεριλαμβανομένης της συνεργασίας με την Onyx, την επιχειρηματική μονάδα της JP Morgan που αξιοποιεί τεχνολογίες αιχμής, όπως το blockchain.
Ο σχεδιασμός άλλωστε επιβεβαιώθηκε και από την ίδια την JP Morgan, η οποία ανακοίνωσε ότι «η επέκταση αντικατοπτρίζει την αφοσίωσή μας στην παροχή υπηρεσιών υψηλής ποιότητας και την προώθηση της καινοτομίας στην χώρα και την ευρύτερη περιοχή».
Διαχείριση περιουσιακών στοιχείων
Αίσθηση επίσης προκάλεσε η εστίαση της JP Morgan στη Διαχείριση Περιουσιακών Στοιχείων, σε μία περιοχή μάλιστα που η κουλτούρα αυτή απουσιάζει, ενώ των υπηρεσιών ηγούνται οι ελληνικές τράπεζες, οι οποίες θέτουν το asset management ψηλά στη στρατηγική τους, προσδοκώντας αύξηση των επίμαχων εργασιών, σε συνεργασία (και) με μεγάλους «παίκτες» της αγοράς.
Χαρακτηριστική είναι και η πρόσφατη ανάλυση της Jefferies, η οποία διαπίστωσε ότι υπάρχει μία τεράστια ευκαιρία για δημιουργία εσόδων από προμήθειες καθώς σε αυτό το κομμάτι η Ελλάδα υστερεί σε σχέση τόσο με τη Νότια Ευρώπη όσο και την Ε.Ε γενικότερα.
Οι επιπτώσεις του mark to market
Σύμφωνα με την Jefferies ο οδηγός της αύξησης των ΑUM το τελευταίο δωδεκάμηνο ήταν οι καθαρές πωλήσεις και όχι οι επιπτώσεις του mark to market για τις τέσσερις ελληνικές τράπεζες.
Οι καθαρές ροές από την αρχή του έτους, ύψους 3,2 δισ. ευρώ, ξεπέρασαν τις καθαρές ροές του 2023 ύψους 3 δισ. ευρώ. Το 1ο εξάμηνο του 2024 σημειώθηκε κατά μέσο όρο αύξηση 30% ετησίως στις επενδυτικές προμήθειες για τις μεγάλες τράπεζες.
Η Ελλάδα υστερεί έναντι των άλλων χωρών με τα υπό διαχείριση κεφάλαια ως ποσοστό του ΑΕΠ να είναι στο 10% περίπου έναντι του μέσου όρου στη Ε.Ε στο 35%
Σε γενικές γραμμές όμως, οι προμήθειες ως ποσοστό του συνόλου των περιουσιακών στοιχείων στην Ελλάδα είναι αρκετά χαμηλότερες από τον μέσο όρο στη Νότια Ευρώπη. Ειδικότερα, σύμφωνα με τα στοιχεία της Jefferies, ο μέσος όρος των ελληνικών τραπεζών είναι στις 55 μονάδες βάσης με κάποια διαφοροποίηση (στοιχεία 2023).
Σε ευρωπαϊκό πλαίσιο, η Ελλάδα υστερεί έναντι των άλλων χωρών με τα υπό διαχείριση κεφάλαια ως ποσοστό του ΑΕΠ να είναι στο 10% περίπου έναντι του μέσου όρου στη Ε.Ε στο 35%.
Συγκρίνοντας τα υπό διαχείριση κεφάλαια με τις καταθέσεις των νοικοκυριών, η Ελλάδα βρίσκεται επίσης χαμηλότερα, στο 10%, έναντι του μέσου ευρωπαϊκού όρου, του 46%.