Ντόμινο εξελίξεων προκαλεί η απόφαση της Γερμανίας να «κλείσει» τα σύνορά της με πρόσχημα τη συνεχιζόμενη «ανησυχητική κατάσταση» που επικρατεί και το «δραματικά υποβαθμισμένο αίσθημα ασφαλείας των πολιτών», όπως επισημαίνει με επιστολή προς την Κομισιόν, θέτοντας σε ισχύ την επαναφορά των ελέγχων.
Ουσιαστικά, η απόφαση αυτή τινάζει στον αέρα τις συμφωνίες για το μεταναστευτικό και φέρνει σε ακόμη πιο δύσκολη θέση τις χώρες «πρώτης υποδοχής», όπως η Ελλάδα και η Ιταλία. Έτσι, στην πρώτη κρίσιμη συνεδρίαση του Ευρωπαϊκού Συμβουλίου στις 17 και 18 Οκτωβρίου, το μεταναστευτικό θα αποτελέσει απόλυτη προτεραιότητα στην ατζέντα των θεμάτων.
Ενδεικτικό του κλίματος που επικρατεί στις χώρες της «πρώτης υποδοχής», ήταν και οι δηλώσεις που έκανε ο Κυριάκος Μητσοτάκης από τη Βιέννη μετά τη συνάντηση που είχε με τον Αυστριακό καγκελάριο Καρλ Νεχάμερ.
«Η Ελλάδα δεν θα επωμιστεί δυσανάλογο βάρος»
«Το σύμφωνο για την μετανάστευση και το άσυλο θα πρέπει να είναι σήμερα πρώτη προτεραιότητα. Η Ελλάδα δεν θα μπορεί να δεχτεί να επωμιστεί ένα δυσανάλογο βάρος λόγω της γεωγραφικής της ιδιαιτερότητας, επειδή βρίσκεται στα εξωτερικά σύνορα της ευρωπαϊκής ένωσης», προειδοποίησε ο Έλληνας πρωθυπουργός.
Και συνέχισε: «Ήδη η Ελλάδα δαπανά σημαντικούς πόρους για την φύλαξη των συνόρων, και υποστηρίζεται από την ευρωπαϊκή ένωση με σημαντικούς πόρους για την διαχείριση των μεταναστών και προσφύγων που φτάνουν τελικά στην Ελλάδα και αυτή υποστήριξη θα πρέπει να συνεχίζεται.
Θέλω να τονίσω το να έχει κανείς κέντρα υποδοχής στα νησιά είναι βαριά και ακριβή διαδικασία και είναι λογικό η Ευρώπη να χρηματοδοτεί αυτή τη διαδικασία, γιατί επιτελούμε μία ευρωπαϊκή αποστολή και μια εθνική αποστολή».
Και πρόσθεσε: «Δεν είναι δικιά μας δουλειά να υποδείξουμε σε οποιοδήποτε ευρωπαϊκό κράτος μέλος ποια πρέπει να είναι η επιδοματική και κοινωνική του πολιτική.
Η πραγματικότητα είναι ότι υπάρχουν σήμερα χώρες στην Ευρώπη που έχουν μία πολύ μεγάλη έλξη και τραβούν, όχι μόνο παράνομους μετανάστες αλλά και πρόσφυγες οι οποίοι έχουν status πρόσφυγα σε μία ευρωπαϊκή χώρα και μετακινούνται όπως έχουν νόμιμά δικαίωμα να κάνουν σε μια άλλη ευρωπαϊκή χώρα.
Αυτό είναι κάτι το οποίο θα πρέπει να απασχολήσει την ίδια τη Γερμανία και σίγουρα δεν είναι δική μας δουλειά να υποδείξουμε, η οποία έχει συνταγματικούς περιορισμούς, τον τρόπο που θα οργανώσει το κοινωνικό κράτος.
Δεν είναι σωστό να οδηγηθούμε σε μία λογική ad hoc εξαιρέσεων από την συνθήκη Σένγκεν. Και να κάνουν ζημιά σε μία από τις θεμελιώδεις κατακτήσεις ευρωπαϊκής ένωσης. Η εφαρμογή του συμφώνου θα πρέπει να είναι προτεραιότητα».
Ο πρωθυπουργός κατέληξε λέγοντας: «Δεν μπορεί κανείς να έχει την απαίτηση από την Ελλάδα μια χώρα που πριν από λίγα χρόνια εξήλθε από μια πρωτοφανή κρίση και πατάει καλά στα πόδια της και αναπτύσσεται οικονομικά, δεν μπορεί να έχει κανείς απαίτηση από την Ελλάδα να έχει ένα πιο ευνοϊκό πλαίσιο προστασίας για τους πρόσφυγες από την έχει για τους Έλληνες πολίτες».
Η γερμανική… στροφή στα «ανοιχτά σύνορα»
Η Γερμανία ανακοίνωσε την επέκταση των ελέγχων σε όλα τα χερσαία σύνορά της και την απόρριψη περισσότερων αιτούντων ασύλου σε μια προσπάθεια, όπως υποστήριξε, να μειώσει την παράτυπη μετανάστευση, κάνοντας «στροφή» στην προηγούμενη πολιτική της των «ανοιχτών θυρών».
Τα σχέδιά της σηματοδοτούν οπισθοδρόμηση στην ελεύθερη μετακίνηση εντός της Ευρωπαϊκής Ένωσης, πυλώνα του ευρωπαϊκού εγχειρήματος, και θα μπορούσαν να επηρεάσουν την περιφερειακή ενότητα.
Ειδικότερα, τα σχέδια του γερμανικού υπουργείου Εσωτερικών υπό τη Νάνσι Φέζερ περιλαμβάνουν συνοριακούς ελέγχους, περισσότερες απορρίψεις αιτημάτων ασύλου αλλά και ταχείες επιστροφές στις χώρες πρώτης εισόδου στην ΕΕ ή απελάσεις σε τρίτες χώρες.
Οι διαδικασίες ελέγχων θα διενεργούνται γρήγορα στα σύνορα από την αστυνομία, η οποία αποκτά ενισχυμένες αρμοδιότητες. Εκεί θα εξετάζεται δηλαδή ποια χώρα είναι αρμόδια, βάσει του Κανονισμού του Δουβλίνου, να χειριστεί την κάθε υπόθεση ασύλου ενώ εξετάζεται και η δημιουργία κέντρων κράτησης στα γερμανικά σύνορα. Οι έλεγχοι σε μια ευρεία ζώνη ελεύθερης κυκλοφορίας – την ευρωπαϊκή Ζώνη Σένγκεν – θα ξεκινήσουν στις 16 Σεπτεμβρίου και αρχικά θα διαρκέσουν έξι μήνες.
Πώς επηρεάζεται η ελεύθερη μετακίνηση στην ΕΕ
Το μπλοκ της ΕΕ διαθέτει μια ζώνη μετακίνησης χωρίς βίζα, γνωστή ως Ζώνη Σένγκεν, η οποία επιτρέπει στους πολίτες των περισσότερων χωρών της ΕΕ να ταξιδεύουν εύκολα διασυνοριακά για εργασία και αναψυχή. Η Ισλανδία, το Λιχτενστάιν, η Νορβηγία και η Ελβετία ανήκουν επίσης στη Σένγκεν, παρόλο που δεν είναι μέλη της ΕΕ.
Σύμφωνα με την ΕΕ, τα κράτη μέλη επιτρέπεται να επαναφέρουν προσωρινά τους ελέγχους στα λεγόμενα εσωτερικά σύνορα της ΕΕ σε περίπτωση σοβαρής απειλής, όπως αυτή για την εσωτερική ασφάλεια. Ωστόσο, αναφέρει επίσης ότι οι έλεγχοι στα σύνορα πρέπει να εφαρμόζονται ως έσχατη λύση σε εξαιρετικές καταστάσεις και πρέπει να είναι χρονικά περιορισμένοι.
Τέτοιοι περιορισμοί τίθενται συχνά σε μεγάλα αθλητικά γεγονότα, όπως των πρόσφατων Ολυμπιακών Αγώνων στο Παρίσι και του ευρωπαϊκού πρωταθλήματος ποδοσφαίρου αυτό το καλοκαίρι.
Με την επέκταση των συνοριακών ελέγχων, οι ταξιδιώτες θα υπόκεινται σε περισσότερους ελέγχους όταν διασχίζουν τα σύνορα, γεγονός που θα μπορούσε να οδηγήσει σε καθυστερήσεις και μποτιλιαρίσματα.
Η Γερμανία θα μπορούσε να αρνηθεί την είσοδο ή να προχωρήσει στην κράτηση στα σύνορα σε οποιονδήποτε θεωρήσει ότι εισέρχεται παράνομα και ζητά άσυλο στη χώρα.
Αντιδράσεις για το «τέλος» της Συνθήκης Σένγκεν
Η απόφαση της Γερμανίας, χαρακτηρίζεται ήδη από πολλούς ως το «τέλος» της Συνθήκης Σένγκεν και έχει προκαλέσει σφοδρές αντιδράσεις σε πολλά κράτη – μέλη της ΕΕ.
Είναι σαφές ότι η απόφαση των Γερμανικών αρχών ελήφθη υπό την πίεση των εκλογικών αποτελεσμάτων στα δύο κρατίδια της Ανατολικής Γερμανίας και τα οποία δείχνουν την πλήρη κατάρρευση του κυβερνητικού συνασπισμού.
Αλλά και εν όψει των πολύ σημαντικών εκλογών στο Βραδεμβούργο στις 22 Σεπτεμβρίου που ενδέχεται να δημιουργήσουν μείζον πολιτικό ζήτημα εάν επιβεβαιώσουν την ακροδεξιά τάση που ήδη καταγράφηκε.
Χαρακτηριστική ήταν η δήλωση – απειλή του Βίκτορ Όρμπαν, ότι εάν η Ευρωπαϊκή Επιτροπή συνεχίσει να παρακρατά κονδύλια από την Ουγγαρία λόγω της σκληρής της στάσης στο μεταναστευτικό θα στέλνει με λεωφορεία τους παράνομους μετανάστες στις Βρυξέλλες.
Επίσης, ορισμένες γειτονικές χώρες επέκριναν τη Γερμανία, καθώς εκτιμούν ότι η απόφασή της για επέκταση των ελέγχων θα μπορούσε να οδηγήσει στο να υποχρεωθούν να δεχτούν οι ίδιες περισσότερους αιτούντες άσυλο και να επηρεάσουν τις εμπορικές μετακινήσεις. Ο πρωθυπουργός της Πολωνίας, Ντόναλντ Τουσκ κάλεσε για επείγουσες διαβουλεύσεις με άλλες χώρες και για περισσότερη υποστήριξη στις μεταναστευτικές πολιτικές της ίδιας της Βαρσοβίας.