Στις 23 Φεβρουαρίου 2025 θα διεξαχθούν οι πρόωρες εκλογές στην Γερμανία, σύμφωνα με το Γερμανικό Πρακτορείο Τύπου DPA, το οποίο επικαλείται πηγές των δύο μεγαλύτερων κομμάτων, Σοσιαλδημοκρατικού (SPD) και Χριστιανοδημοκρατικού (CDU). Ο καγκελάριος Όλαφ Σολτς αναμένεται να ζητήσει ψήφο εμπιστοσύνης πριν από τα Χριστούγεννα.
Την επίσημη απόφαση θα πρέπει ωστόσο να λάβει ο ομοσπονδιακός πρόεδρος Φρανκ-Βάλτερ Σταϊνμάιερ.
Τι προβλέπει το άρθρο 68 του Συντάγματος
Εξαιτίας της εμπειρίας των ασταθών κυβερνήσεων κατά την περίοδο της Δημοκρατίας της Βαϊμάρης, το μεταπολεμικό γερμανικό Σύνταγμα, ο Θεμελιώδης Νόμος της Βόννης δεν προβλέπει αυτόματη διάλυση της βουλής. Βάσει του άρθρου 68 του γερμανικού Συντάγματος ο/ η καγκελάριος μπορεί μόνο να ζητήσει από τη βουλή ψήφο εμπιστοσύνης. Μπορεί μάλιστα να συνδέσει το αίτημα αυτό και με συγκεκριμένο νομοσχέδιο, όχι όμως απαραίτητα.
Στην πράξη τα συνταγματικά «εργαλεία» του άρθρου 68 ενεργοποιούνται όταν ο καγκελάριος θέλει να επιβεβαιώσει ότι έχει την εμπιστοσύνη της πλειοψηφίας. Δεν ελέγχεται η σκοπιμότητα του καγκελαρίου, εάν δηλαδή θέλει πράγματι να προκαλέσει ή όχι πρόωρες εκλογές, αναφέρει δημοσίευμα της Deutsche Welle.
Εάν δεν καταφέρει να λάβει την εμπιστοσύνη της κοινοβουλευτικής πλειοψηφίας, όπως αναμένεται στην περίπτωση του Όλαφ Σολτς, στο επόμενο βήμα ενεργοποιούνται οι αρμοδιότητες του Προέδρου. Ο Πρόεδρος της Δημοκρατίας θα πρέπει τότε να προχωρήσει σε διάλυση της βουλής εντός 21 ημερών, σύμφωνα με το άρθρο 68.
Από τη διάλυση της βουλής μεσολαβούν 60 ημέρες για τις εκλογές (άρθρο 39). Ως προς τον ΠτΔ, διαθέτει τη διακριτική ευχέρεια να αποφασίσει τη μη διάλυση της βουλής, κάτι βέβαια που απέκλεισε ήδη ο Πρόεδρος Φρανκ-Bάλτερ Σταϊνμάιερ, για την περίπτωση που ο Σολτς δεν λάβει την πλειοψηφία, όπως όλα δείχνουν.
Η «εποικοδομητική ψήφος δυσπιστίας»
Μια άλλη συνταγματική δυνατότητα για ανάδειξη νέου καγκελάριου χωρίς εκλογές θα προέκυπτε από το άρθρο 69 του Γερμανικού Συντάγματος. Πρόκειται βέβαια για μια δυνατότητα, την οποία δεν φαίνεται διατεθειμένος να αξιοποιήσει ο επικεφαλής των Χριστιανοδημοκρατών Φρίντριχ Μερτς. Ο λόγος για την «εποικοδομητική ψήφος εμπιστοσύνης», συνεχίζει το δημοσίευμα της Deutsche Welle.
Το άρθρο 69 προβλέπει με απλά λόγια τη δυνατότητα κυβερνητικής αλλαγής και ανάδειξης νέου καγκελαρίου χωρίς τη μεσολάβηση εκλογών. Για να γίνει όμως αυτό θα πρέπει ο νυν καγκελάριος να ανατραπεί μέσω πρότασης δυσπιστίας. Ταυτόχρονα η κοινοβουλευτική πλειοψηφία θα πρέπει να προτείνει και να ψηφίσει νέο καγκελάριο. Μια τέτοια πλειοψηφία δεν φαίνεται να υπάρχει τη δεδομένη στιγμή στη Μπούντεσταγκ, άρα το σενάριο ενεργοποίησης της δυνατότητας του άρθρο 69 φαντάζει ισχνό.
Πρόωρες εκλογές και σχηματισμός κυβέρνησης
Από τη στιγμή που αποφασιστεί η διάλυση της βουλής, μετά από την αποτυχία ενός καγκελαρίου να λάβει ψήφο εμπιστοσύνης και εφόσον ο Γερμανός Πρόεδρος δώσει τη συγκατάθεσή του, οι πρόωρες εκλογές προκηρύσσονται εξήντα ημέρες μετά το προεδρικό «ναι».
Το κόμματα θα πρέπει στο μεταξύ να έχουν καταρτίσει λίστες υποψηφίων σε κάθε επιμέρους κρατίδιο και τα κρατίδια, οι περιφέρειες και οι δήμοι να οργανώσουν πρακτικά τη διεξαγωγή των εκλογών, από την εκτύπωση φακέλων και ψηφοδελτίων μέχρι την άρτια συγκρότηση των εκλογικών κέντρων και των εκλογικών αντιπροσώπων. Θα είναι οι πρώτες ομοσπονδιακές εκλογές που θα διεξαχθούν βάσει του νέου εκλογικού νόμου, που ορίζει τον αριθμό των εκλεγμένων βουλευτών στους 630 στην ομοσπονδιακή βουλή.
Μετά τις εκλογές και το τελικό αποτέλεσμα, ξεκινά στη Γερμανία η διαδικασία σχηματισμού κυβέρνησης, που μπορεί να διαρκέσει μήνες, σε αντίθεση με άλλες χώρες με παράδοση στις μονοκομματικές κυβερνήσεις, όπως η Ελλάδα. Το 2021 χρειάστηκαν 73 ημέρες για τον σχηματισμό της τρικομματικής κυβέρνησης των «φαναριών» Σοσιαλδημοκρατών, Πρασίνων και Φιλελευθέρων (από τα κόμματα των τριών κομμάτων που συμμετείχαν σε αυτή).
Σύμφωνα με αναλυτές πιο πιθανό μετεκλογικό σενάριο συνεργασίας φαίνεται να είναι αυτό ενός «μεγάλου συνασπισμού» Χριστιανοδημοκρατών/ Χριστιανοκοινωνιστών και Σοσιαλδημοκρατών. Όμως «χωρίς τον Όλαφ Σολτς», όπως διαμηνύουν κορυφαία στελέχη της Χριστιανικής Ένωσης, όπως ο πρωθυπουργός της Βαυαρίας Μάρκους Ζέντερ.